Search
Tuesday 18 October 2016
  • :
  • :
Επικαιρότητα

Πατριδοκαπηλίες, ιδιώτες και καπάκια

ΤΗΛΕΘΕΑΤΗΣ
του “Κυνικού”

Πατριδοκάπηλος είναι αυτός που εκμεταλλεύεται την ιδέα της πατρίδας για ιδιοτελείς σκοπούς. Εξαιτίας μιας γενικότερης πατριδοκαπηλίας ορισμένων πολιτικών παραγόντων (εσωτερικών και εξωτερικών) – λήσταρχοι, τσιφλικάδες και πολιτικοί – κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 21’, πολλοί κλεφτααρματολοί αναγκάζονταν να συνάψουν μυστικές συμφωνίες με τους Τούρκους.

Ο Κωστής Παπαγιώργης στο δοκίμιο του με τίτλο «Τα Καπάκια» μας λέει ότι «τα καπάκια, οι μυστικές συμφωνίες των οπλαρχηγών της Ρούμελης με τους Τούρκους, θεωρούνταν γενικά εθνοφελή στρατηγήματα. Όποιος έβαζε καπάκι ή ψευτο-κάπακο επέβαλε ανακωχή, έσωζε τους πληθυσμούς από τη σφαγή και τη λεηλασία και συνάμα κέρδιζε πολύτιμο χρόνο. Σε παρόμοιες συμφωνίες κατέφυγαν ο Βαρνακιώτης, ο Ίσκος, ο Γώγος Μπακόλας, ο Ράγκος, ο Βαλτινός, ο Στορνάρης, ο Σαφάκας, ο Καραϊσκάκης και βέβαια ο Ανδρούτσος. Ήταν δηλαδή μια χερσοελλαδίτικη τακτική – γνωστή σε όλους και αποδεκτή».

Ας ξαναγυρίσουμε όμως πίσω για να μιλήσουμε περί πατριδοκαπηλίας. Τη δεκαετία του 1990 ξεκινάει η απελευθέρωση της ιδιωτικής τηλεόρασης στη χώρα μας. Σταδιακά, πέραν των, εθνικής εμβέλειας, δημοφιλών τηλεοπτικών καναλιών, αρχίζουν να εμφανίζονται και κάποια περιφερειακά. Σε κάποια από αυτά ξεκινάνε και οι πρώτες πωλήσεις μέσω τηλεόρασης ή διαφορετικά τηλεπωλήσεις, πραγματικότητα η οποία έχει γιγαντωθεί στις μέρες μας. Μπορεί να παραγγείλει κανείς πλέον μέσα από τηλεοράσεις από υποδήματα, μέχρι ήδη σπιτιού, κοσμήματα, βιβλία κ.α.. Τηλεπώληση είναι η πώληση ή η απόπειρα πώλησης ενός συγκεκριμένου εμπορεύματος ή υπηρεσίας από έναν πωλητή ο οποίος κάνει την αρχική του προσέγγιση μέσω τηλεφώνου ή τηλεόρασης. Η συγκεκριμένη μέθοδος πώλησης είναι εδώ και πολλές δεκαετίες ευρέως διαδεδομένη στην πλειοψηφία, αν όχι σε όλες, τις χώρες της δύσης.

Μέχρι εδώ όλα καλά. Όντως οι τηλεπωλήσεις έχει αποδειχτεί μια άκρως αποτελεσματική και πετυχημένη μέθοδος πώλησης αγαθών. Την ίδια περίοδο εμφανίζονται τηλεπερσόνες και κάποιοι «πατριώτες» της άκρας αλλά και «φιλελεύθερης» δεξιάς, που, με κορώνες περί πατριωτισμού, αρχίζουν να αναφέρονται στο αθάνατο αρχαίο ελληνικό πνεύμα και πολιτισμό. Μέχρι εδώ και πάλι όλα καλά, ως προς την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Ανάμεσα στις πατριωτικές κορώνες και προώθησης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού όμως, οι «πατριώτες» αυτοί, ξεκινάνε ένα όργιο τηλεπωλήσεων βιβλίων, αρχαίων φιλοσόφων, πολιτικών κ.α.. Η κρίση άρχιζε να διαφαίνεται πριν ακόμη πραγματικά να ξεσπάσει στη χώρα μας. Σε ένα πολύ γνωστό απόφθεγμα του ο Χένρι Λούις Μένκεν – Αμερικανός δημοσιογράφος, σατιρικός, κριτικός – μας λέει ότι «κάθε φορά που ακούω έναν άνθρωπο να αναφέρεται στην αγάπη για την πατρίδα του, είναι ένα σημάδι ότι ο ίδιος αναμένει να πληρωθεί για αυτό». Και όντως οι άνθρωποι αυτοί πληρώθηκαν από τον Ελληνικό λαό, αρχικά άμεσα μέσα από την αγοροπωλησία βιβλίων αλλά και αργότερα έμμεσα με την εκλογή τους ως εκπρόσωποι τους στο Ελληνικό κοινοβούλιο, σε θέσεις Υπουργών και πρόσφατα ακόμη και αντιπρόεδροι κομμάτων.

Κάποιοι χρησιμοποίησαν την πατρίδα για να κερδοσκοπήσουν ή και να καιροσκοπήσουν, άλλοι όμως,  πάλι, μέσω της τηλεόρασης ως κύριο μέσο προπαγάνδας, χρησιμοποίησαν εκτός από την πατρίδα και την ιδεολογία, την φιλελεύθερη, τη σοσιαλιστική, την άκρα αριστερά ή δεξιά. Από συνδικαλιστές, αποτυχημένους και χρεοκοπημένους επαγγελματίες (σύμβουλοι, καλλιτέχνες, δικηγόροι, δημοσιογράφοι, γιατροί κ.α.), καιροσκόπους και δημαγωγούς μέχρι επαγγελματίες πολιτικούς, βουλευτές και σύγχρονες κυβερνήσεις ο νεοέλληνας πληρώνει με το αίμα του πλέον όλη αυτή την νομενκλατούρα.

Γιατί φτάσαμε όμως φτάσαμε ως εδώ; Στον Επιτάφιο ο Περικλής αναφέρεται στον ιδιώτη ονομάζοντάς τον άχρηστο να κρίνει, να θεωρεί, και να πράττει για τα κοινά, αναφέροντας: «Επί πλέον, οι ίδιοι εμείς όλοι είμαστε σε θέση να φροντίζουμε ταυτόχρονα για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις υποθέσεις της πόλης μας, και όσοι από εμάς είναι απασχολημένοι με ιδιωτικές επιχειρήσεις και αυτοί ακόμα κατέχουν τα πολιτικά ζητήματα στην εντέλεια. Γιατί είμαστε ο μόνος λαός που τον μη αναμειγνυόμενο καθόλου στα κοινά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο αλλά άχρηστο, και οι μόνοι που όποτε δεν τα επινοούμε και δεν τα προτείνουμε οι ίδιοι πάντως έχουμε τη δύναμη να κρίνουμε σωστά τα λαμβανόμενα μέτρα, τους δε λόγους δεν τους θεωρούμε καθόλου εμπόδιο των έργων, αλλά μάλλον θεωρούμε σαν εμπόδιο το να μην έχουμε κατατοπισθεί προφορικά σε όσα έχουμε να κάνουμε, πριν καταπιαστούμε με αυτά. Γιατί υπερέχουμε από τους άλλους και ως προς αυτό ακόμη, ότι δηλαδή εμείς οι ίδιοι αποφασίζουμε για όσα πρόκειται να επιχειρήσουμε και εμείς οι ίδιοι τα επιχειρούμε». Η αγγλική λέξη «idiot» προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό «ιδιώτης», που σήμαινε «πρόσωπο που δεν είχε την ικανότητα ή το ενδιαφέρον να συμμετέχει στη δημόσια ζωή» ή «πρόσωπο που ιδιωτεύει». H ιδιωτεία λοιπόν πρόκειται για βαριάς μορφής διανοητική ανεπάρκεια.

Ο ιδιώτης, δηλαδή ηλίθιος, νεοέλληνας θεωρεί ως πολιτικό του καθήκον μια φορά κάθε τετραετία, πρόσφατα πιο τακτικά εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας, να παρουσιάζεται στις κάλπες. Προβάλει έντονα μόνο την ιδιωτεία, άρα ηλιθιότητα του αυτή, μέσω της επίδειξης του νεοπλουτισμού του και νευρώσεων. Life style, ακριβά ρούχα, αυτοκίνητα, ταξίδια, σπίτια κ.α. είναι οι τακτικές του αναρτήσεις, και μόνο, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.  Η οκνηρότατα και ηλιθιότητα του αυτή έχει καθιερώσει τους καριερίστες πολιτικούς, την διαφθορά, την αισχροκέρδεια, τον καιροσκοπισμό και τον νεποτισμό. Μπορεί ο Νεοελληνικός να είναι ένας λαός φλύαρος που στα λόγια αναγνωρίζει τα λάθη του, στην πράξη όμως τα επαναλαμβάνει ξανά και ξανά! Έλλειψη μόρφωσης; Ναι! Έλλειψη ιδεολογίας, ιδανικών και οράματος; Σαφώς!! Έλλειψη μνήμης; Σαφέστατα!!! Έλλειψη ευθυνών και συνέπειας; Ούτε λόγος να γίνεται!!!! Ατομικισμός, αδιαφορία συνεργασίας και οργάνωσης; Ε, ναι λοιπόν!!!!!

Ανεξαρτήτως ιστορικής πραγματικότητας στην οποία κάποιοι θα σπεύσουν να στηρίξουν τα επιχειρήματα τους για να αμφισβητήσουν την σημερινή ακρίβεια της λέξης ιδιώτης, ο νεοέλληνας πληρώνει την απραξία του ως πολίτη, μέσα από την πώληση και δέσμευση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας του αντί πινακίου φακής. Έχουμε φτάσει στο σημείο η Ελληνική οικονομική, εσωτερική και εξωτερική πολιτική να βασίζεται και πάλι στα καπάκια. Καπάκια που συνάπτουμε ανά εξάμηνο, αυτή τη φορά όχι με τον Τούρκο δυνάστη αλλά, με τους δανειστές μας και αξιολογητές του Ελληνικού προγράμματος. Ένα πρόγραμμα που έχει αποτύχει από τη σύλληψη του ακόμα. Το Ελληνικό κοινοβούλιο έχει καταντήσει χειρότερο και από χάβρα Ιουδαίων, ένα συνεχές κατηγορητήριο πολιτικών και προσώπων συνολικά υπευθύνων για το σημερινό μας κατάντημα, χωρίς να μπορεί να βγάλει κανείς κάποιο νόημα ή συμπέρασμα από αυτά που ακούγονται και να διακρίνει έστω και την παραμικρή υπόνοια περί σχεδιασμού και οράματος.

Ο νεοέλληνας θα πρέπει επιτέλους να πάψει μόνο να ιδιωτεύει και να αρχίσει και να πράττει πολιτικά, ακόμη και μέσω της αποχής του, όχι από τα κοινά αλλά από τις κάλπες – βόθρους μέσα από τις οποίες αναδύονται κάθε φορά όλα αυτά τα περιττώματα. Η αποχή βρίσκεται οριακά κάτω από το 50% του συνόλου του εκλογικού σώματος. Αν η αποχή ξεπεράσει το 50% δεν επιφέρει καμία έννομη συνέπεια και ο λόγος είναι ότι βάσει του άρθρου 1 του Ν. 3434/06 δεν προσμετράται στο εκλογικό αποτέλεσμα με τις έγκυρες. Βέβαια η ουσιαστική νομιμοποίηση μια έννομης τάξης, δεν προκύπτει μόνον από την τήρηση του Συντάγματος αλλά και από την συναίνεση των κυβερνωμένων σε αυτήν, συναφώς μια δυσαρμονία του εκλογικού σώματος προς την κυβέρνηση δημιουργεί έλλειμμα Δημοκρατίας.

Σε γνωστή δεξαμενή σκέψης (think tank) έτυχε να διαβάσω πρόσφατα ότι πολλές χώρες έχουν πειραματιστεί επιτυχώς με συνελεύσεις πολιτών που συμβάλλουν στη δημιουργία νέων συνταγμάτων ή νομοθετικών προγραμμάτων. Φανταστείτε αν υπήρχε μια τέτοια επιλογή σήμερα στην Ελλάδα: ένα φόρουμ πολιτών, επιλεγμένων με κλήρωση – την αναβίωση της αρχαίας ελληνικής παράδοσης της λοταρίας – θα μπορούσε να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο στο ξεμπλοκάρισμα σημαντικών πολιτικών αποφάσεων….

Πολλοί θα μιλήσουν για μια καθαρά ρομαντική πρόταση. Προσωπικά θα διαφωνήσω. Σε μια περίοδο όπου βιώνουμε συνεχή κατάλυση Θεμελιωδών Νόμων αλλά και σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας η παραπάνω πρόταση είναι ουσιαστική διέξοδος. Θα προτιμήσω, λοιπόν, τον «ρομαντισμό» από την χυδαιότητα, ανεπάρκεια, διαφθορά και καταστροφή την οποία καθημερινά πλέον βιώνουμε ως Έλληνες.




Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *